ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΟΥ ΔΙΑΖΥΓΙΟΥ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ

Διάφοροι μύθοι διατηρούνται για τα παιδιά χωρισμένων γονιών.

«Αν οι γονείς είναι δυστυχείς στο γάμο, είναι και τα παιδιά. Ο χωρισμός λοιπόν βοηθάει και τους γονείς και τα παιδιά. Ότι είναι καλό για τη μαμά και το μπαμπά είναι καλό για τα παιδιά».

Πλέον ένα πλήθος ερευνών γύρω από τα διαζύγια και τις επιπτώσεις τους αποκαλύπτει ότι τα παιδιά υποφέρουν όταν διαλύεται ο γάμος.

Έρευνες δείχνουν ότι τα παιδιά χωρισμένων γονέων έχουν περισσότερα προβλήματα συμπεριφοράς και επικοινωνίας συγκριτικά με παιδιά οικογενειών με δύο γονείς. Έχουν μεγαλύτερη επιθετικότητα, παρορμητικότητα, αντικοινωνικές συμπεριφορές και πιο προβληματικές σχέσεις με τις μητέρες και τους πατέρες τους.

Έχουν χαμηλότερες σχολικές επιδόσεις, με το 75% των παιδιών να εμφανίζουν ραγδαία πτώση στις προηγούμενες επιδόσεις τους.

Τα παιδιά που βιώνουν το διαζύγιο σε νεαρότερες ηλικίες είναι πιθανότερο να εμφανίσουν προβλήματα.

Τα αγόρια που ζουν με τον πατέρα τους και τα κορίτσια που ζουν με τη μητέρα τους έχουν λιγότερες δυσκολίες από τα παιδιά που παραμένουν με γονέα του αντίθετου φύλου.

Η ένταση των ψυχολογικών επιπτώσεων σχετίζεται επίσης με τους εξής παράγοντες:

  1. Ποιότητα της γονεϊκής σχέσης πριν το χωρισμό.
  2. Ένταση και διάρκεια των συγκρούσεων των γονέων.
  3. Ικανότητα των γονέων να εστιάσουν στις ανάγκες των παιδιών στο διαζύγιο.

Τα βρέφη αδυνατούν να αντιληφθούν και να κατανοήσουν ως γεγονότα τις αλλαγές στο σπίτι.

Ο τρόπος που επικοινωνείται η αλλαγή είναι με την κατάρρευση του προηγούμενου συναισθηματικού πλαισίου ασφάλειας που αποτελεί προϋπόθεση για την ομαλή συναισθηματική και ψυχολογική εξέλιξη του βρέφους.

Τα συναισθήματα φόβου, αγωνίας, θυμού, ανασφάλειας, απογοήτευσης των γονιών, η απουσία του γονέα που χάνει την επιμέλεια εγχαράζουν μνήμες εγκατάλειψης, ανασφάλειας σε πρωτογενείς περιοχές του αναπτυσσόμενου βρεφικού εγκεφάλου.

Συχνά παρατηρείται επιστροφή σε προηγούμενα αναπτυξιακά στάδια, το μωρό επιστρέφει στις κρέμες από τις στερεές τροφές, χάνει δεξιότητες, καθυστερεί η ομιλία, επιστρέφει στην πάνα.

Εμφανίζει δυσκολίες στον ύπνο, είναι ανήσυχο.

Προσκολλάται πάνω στο γονιό που παραμένει στο σπίτι. Έχει ξεσπάσματα σε κλάματα και λυγμούς.

Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας έχουν μια ασαφή κατανόηση της νέας πραγματικότητας, ότι ο μπαμπάς και η μαμά δεν θα ζουν πλέον μαζί.

Φοβούνται την εγκατάλειψη.

Εάν ένας γονιός έφυγε, τι θα σταματήσει και τον άλλον να φύγει;

Προκειμένου να εμποδίσουν το γονιό να φύγει προσπαθούν απελπισμένα να κρατήσουν το δεσμό. Αντιδρούν όπως σε κάθε άλλη περίσταση απειλής εγκατάλειψης, όπως όταν ένας γονιός απομακρύνεται για εργασία μακριά από το σπίτι ή όταν ένα νέο άτομο ανταγωνίζεται την προσοχή του γονέα.

Γκρινιάζουν, γίνονται ευερέθιστα, έχουν εκρήξεις θυμού. Παλινδρομούν, κουβαλούν μαζί τους αρκουδάκια, κουβέρτες, μασουλάνε τον αντίχειρα, «βρέχονται» στο κρεβάτι τους.

Φτιάχνουν φανταστικές ιστορίες, κατηγορούν τους εαυτούς τους, νιώθουν ένοχα. Η μαγική εγωκεντρική σκέψη αυτής της ηλικίας, οδηγεί στην πεποίθηση ότι οι αταξίες τους οδήγησαν στην απομάκρυνση του γονέα.

Παιδιά σχολικής ηλικίας έχουν την ανάγκη να αγαπηθούν κι από τους δύο γονείς και να αγαπήσουν και τους δύο γονείς.

Φαντασιώνονται την επανένωση των γονιών τους.

Πιέζουν τους γονείς να αλληλεπιδράσουν με οποιονδήποτε τρόπο.

Δημιουργούν κρίσεις για να αναγκάσουν την επαφή του ζευγαριού.

«Ξεχνούν» αντικείμενα ώστε να αναγκάσουν στην επιστροφή στο σπίτι του άλλου γονιού.

Θέλουν να ακυρώσουν τα γεγονότα του χωρισμού και κατηγορούν τους εαυτούς τους.

Τα μεγαλύτερα παιδιά (9-12 ετών) είναι πιο ντροπαλά, θυμωμένα ή επιθετικά.

Παίρνουν την πλευρά του ενός γονέα απέναντι στον άλλον.

Συχνά σωματοποιούν το άγχος τους με παράπονα πονοκεφάλων, πόνου στην κοιλιά, αϋπνίας, εφιαλτικών ονείρων.